Βισαβολόλη

Bisabolol

Άχρωμο, παχύρρευστο έλαιο που ανήκει στις αλκοόλες και είναι το κύριο συστατικό του αιθέριου ελαίου από το γερμανικό χαμομήλι. Έχει αντιερεθιστικές, αντιφλεγμονώδεις και αντιμικροβιακές ιδιότητες, και συμβάλλει στη μείωση των ρυτίδων και στην αποκατάσταση του κατεστραμμένου από τον ήλιο δέρματος. Χρησιμοποιείται σε τοπικά σκευάσματα, συμβάλλοντας στη διείσδυση των ουσιών στο δέρμα, αφού αποδεδειγμένα δρα ως ενισχυτικό της διαδερμικής απορρόφησης.

elGreek
Generic filters
Exact matches only
Search in title
Search in content
Search in excerpt